Υποεπιτροπή Προστασίας του Περιβάλλοντος
Τοποθέτηση του Βουλευτή Καρδίτσας ΝΔ Γιώργου Κωτσού στην Υποεπιτροπή Προστασίας Περιβάλλοντος με θέμα ημερήσιας διάταξης την ενημέρωση από την Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. για ζητήματα ποιότητας πόσιμου νερού – απορρύπανση – ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση Υδάτων. 4/6/20
Η δεκαετία που διανύουμε αποτελεί σημείο αναφοράς για την εποχή της κλιματικής αλλαγής και βλέπουμε πως το σύνολο της Ευρώπης κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.
Έχουν θεσμοθετηθεί και βρίσκονται σε τροχιά υλοποίησης αρκετά έργα όμως εξίσου σημαντικό είναι να επικεντρωθούμε στην εξοικονόμηση και ορθολογική αξιοποίηση των υδατικών δυνατοτήτων της χώρας μας.
Αναλυτικότερα θα μπορούσα να αναφέρω μια σειρά από προτάσεις που ναι μεν έχουν ειπωθεί όμως παραμένουν για την ώρα ακόμα έωλες.
Αρχικά σχεδόν σε όλη την επικράτεια όπου υπάρχει κλειστό υπογειοποιημένο δίκτυο της Δημόσιας Εταιρίας Ύδρευσης παρατηρείται η σωλήνωση να έχει πραγματοποιηθεί με αμίαντο και έχει αποδειχθεί πως είναι ιδιαιτέρως επιβλαβής για την δημόσια υγεία.
Πρόταση μου είναι μέσω χρηματοδοτούμενου προγράμματος να πραγματοποιηθεί αντικατάσταση του μεγαλύτερου μέρους του απαρχαιωμένου και προβληματικού δικτύου με νέας γενιάς σωλήνωση ώστε να αναβαθμιστεί η ποιότητα του πόσιμου νερού.
Συμπληρωματικά επειδή στα πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα η σύνδεση από τον μετρητή στην κάθε ιδιοκτησία λόγω του γήρατος των κατασκευών αναπόφευκτα γίνεται με δίκτυο ύδρευσης το οποίο είναι πεπαλαιωμένο χρίζει αντικατάστασης. Νομίζω πως η εφαρμογή ενός προγράμματος εξοικονόμηση κατ ύδωρ στα πρότυπα του εξοικονόμηση κατ΄ οίκον θα μπορούσε να δώσει και σε αυτό το πρόβλημα λύση.
Επίσης όντας Δήμαρχος Μουζακίου είχα αντιμετωπίσει ένα ιδιαίτερο περίπλοκο ζήτημα. Ενώ είχε κατασκευαστεί το κεντρικό δίκτυο αποχέτευσης παρατηρούσα το εξής φαινόμενο. Η σύνδεση από τον κεντρικό αγωγό μέχρι την είσοδο της εκάστοτε κατοικίας ζητούνταν να πληρωθεί από τον ιδιοκτήτη. Έτσι βρισκόμουν αντιμέτωπος με έντονα παράπονα καθώς οι ιδιοκτήτες εύλογα ανέφεραν πως η σύνδεση από το κεντρικό δίκτυο μέχρι τις κατοικίες τους ανήκαν στη δικαιοδοσία του εκάστοτε φορέα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να λιμνάζουν οι συνδέσεις και να μην υλοποιείται η χρηστικότητα του έργου, να ολοκληρωθεί δηλαδή το σύνολο του αποχετευτικού δικτύου.
Πιστεύω πως οφείλουμε να εντάξουμε σε χρηματοδοτικά εργαλεία το τελικό κομμάτι της σύνδεσης από το δίκτυο στην εκάστοτε κατοικία ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες ολοκλήρωσης τέτοιων έργων.
Σε αυτό το σημείο θέλω να αναφερθώ στον αγροτικό τομέα. Ο αγροτικός και δευτερευόντως ο κτηνοτροφικός τομέας απορροφούν το 30-87% των ποσοτήτων νερού που καταναλώνονται, για την καλλιέργεια προϊόντων για οικιακή χρήση, προμήθεια της αγοράς, εξαγωγές και μεταποίηση. Σε κάποιες χώρες υπάρχουν ορισμένες πολιτικές που ενθαρρύνουν μεθόδους άρδευσης που περιορίζουν τη σπατάλη νερού.
Σημαντικό ρόλο παίζει η εκπαίδευση των καλλιεργητών στην εξοικονόμηση νερού, για παράδειγμα σχετικά με το πότε πρέπει να ξεκινά ή να σταματά η άρδευση, τη ρύθμιση της ποσότητας νερού που χρησιμοποιείται ανάλογα με τις βροχοπτώσεις, το είδος της καλλιέργειας ή της καλλιεργήσιμης γης.
Ο ρόλος της άρδευσης διαφέρει ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή. Στις νότιες χώρες της Ευρώπης όλο και περισσότερο αρδεύονται καλλιέργειες (ακόμα και είδη όπως οι ελιές, οι συκιές, τα αμπέλια που δεν συνηθίζονταν να είναι ποτιστικά) σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, ενώ στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη η άρδευση χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της παραγωγής σε θερινές περιόδους ξηρασίας.
Στην Ελλάδα, περίπου το 87% της κατανάλωσης νερού προορίζεται για άρδευση. Από αυτή την ποσότητα ένα μεγάλο ποσοστό – μέχρι και 50% του μεταφερόμενου νερού – χάνεται λόγω της κακής κατάστασης των αρδευτικών δικτύων ή των ακατάλληλων τεχνικών! Την κατάσταση έρχεται να επιβαρύνει το γεγονός ότι πολλές άνυδρες καλλιέργειες έχουν αντικατασταθεί από υδροφόρα είδη, όπως οι σύγχρονες ποικιλίες βαμβακιού, εσπεριδοειδή κα. Στον κάμπο της Θεσσαλίας, για παράδειγμα, την περίοδο 1984-1996 οι καλλιεργούμενες εκτάσεις βαμβακιού υπερδιπλασιάστηκαν αντικαθιστώντας ξερικές καλλιέργειες κυρίως σκληρού σίτου.
Έτσι η ορθολογικότερη χρήση του νερού και η μείωση των απωλειών με την εισαγωγή προηγμένων αρδευτικών συστημάτων και πρακτικών σε επίπεδο εκμετάλλευσης θα συμβάλλουν στη εξοικονόμηση ύδατος μέσω της μείωσης της ποσότητας που αντλείται από τα υπόγεια ή επιφανειακά υδατικά σώματα και στην αύξηση της αποδοτικότητάς του στη γεωργία.
Τέλος σε παγκόσμιο επίπεδο το νερό που χρησιμοποιείται στην βιομηχανία αντιστοιχεί περίπου στο 20% της κατανάλωσης γλυκού νερού. Από αυτό, 57-69% χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης και των συστημάτων ψύξης, 30-40% σε βιομηχανικές διαδικασίες, 0,5-3% σε ατμοηλεκτρικούς σταθμούς.
Σημαντικοί βιομηχανικοί καταναλωτές νερού είναι, επίσης, οι χημικές και πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, η μεταλλουργία (σιδηρούχα και μη σιδηρούχα), η βιομηχανία κατασκευής μηχανημάτων καθώς και αυτή του χαρτοπολτού και χαρτιού. Στην Ελλάδα ο τομέας αυτός καταναλώνει μόλις το 3% της συνολικής ποσότητας νερού, καθώς η χώρα δεν διαθέτει μεγάλης έκτασης βαριά βιομηχανία.
Η ανακύκλωση προϊόντων, η μείωση της κατανάλωσης επικίνδυνων χημικών και κλειστά συστήματα καθαρισμού και επαναχρησιμοποίησης του νερού συμβάλλουν σημαντικά στον περιορισμό της σπατάλης νερού σε βιομηχανικό επίπεδο.